ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΜΗΤΣΟΥ
Η ΑΥΓΗ: 15/08/2012

Οι χελώνες ζούνε, λένε, διακόσια και τριακόσια χρόνια. Αυτό της δίνει μιαν αγέρωχη βεβαιότητα. Μιαν έπαρση
Είμαι στην αυλή του σπιτιού μου, στο χωριό.
Πίνω τον πρωινό καφέ. Δίπλα μου, στον κήπο, το χορτάρι θέριεψε. Έφτασε τους πενήντα πόντους ύψος. Πρέπει να βρω κάποιον να το κουρέψει. Αλλά πού να τον πετύχω σήμερα, δεκαπέντε Αυγούστου, της Παναγίας, μέρα μεγάλης γιορτής και χαράς;
Δεν είναι όμως η χαρά. Κάτι άλλο έρχεται.
Απίθανος θόρυβος ακούγεται πίσω μου. Ωσάν κάποιο μεγάλο ζωντανό να πλησιάζει έρποντας. Εάν είναι φίδι, θα πρέπει να είναι τεράστιο, βόας. Τέτοιο είδος δεν έχει στα μέρη μας. Ησυχάζω. Αλλά τότε τι διάολος είναι;
Είναι μια μεγάλη χελώνα. Βγαίνει μέσα από τα πυκνά χόρτα, αναδύεται και με θράσος σκαρφαλώνει στην πλακόστρωτη λόντζια. Στέκεται απέναντί μου και με κοιτάζει. Σαν να θέλει να λογαριαστεί μαζί μου. Να λύσει κάποια παλιά παρεξήγηση μεταξύ μας.