Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2009

Η ανατομία του στολισμένου δέντρου

ΕΙΡΗΝΗ ΒΕΝΙΟΥ | ΤΟ ΒΗΜΑ, Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009
Ψεύτικο ή αληθινό;
Μια βόλτα στην αγορά για την απόκτηση χριστουγεννιάτικου δέντρου είναι αρκετή για να μπερδέψει ακόμη και τους πιο αποφασιστικούς καταναλωτές: δέντρα φυσικά, τεχνητά, μικρά, μεγάλα, γιγαντιαία, φουντωτά, λεπτεπίλεπτα, πράσινα, πολύχρωμα, με οπτικές ίνες ή ενσωματωμένα λαμπάκια, επιδαπέδια ή κρεμασμένα από το ταβάνι, το σίγουρο είναι ότι υπηρετούν κάθε γούστο και κάθε πορτοφόλι.

Σε μια κοινωνία που χτυπά στους παλμούς του υπερκαταναλωτισμού, ποιος είναι τελικά ο ιδανικός τύπος χριστουγεννιάτικου δέντρου τόσο για την υγεία μας όσο και για το περιβάλλον;

Παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι- όπως κι εγώ- ενδεχομένως να πίστευαν ως τώρα ότι ένα ψεύτικο δέντρο αποτελούσε οικονομική κίνηση και αποτελεσματικό τρόπο για την προστασία του περιβάλλοντος, τελικά, όπως τονίζουν οι επιστήμονες, κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά: η συνήθεια του στολισμού δέντρου έχει τις ρίζες της στην ειδωλολατρική παράδοση της λατρείας των δέντρων με στόχο την καλή σοδειά κατά τη διάρκεια του έτους. Το πρώ το χριστουγεννιάτι- κο δέντρο, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, εντοπίστηκε στη Βόρεια Γερμανία κατά τον 16ο αιώνα. Η παράδοση του στολισμένου ελάτου με γιρλάντες και κεριά διαδόθηκε και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, ενώ σύντομα ταξίδεψε και σε άλλες ηπείρους. Στην Ελλάδα το πρώτο πραγματικό έλατο στολίστηκε το 1883 στα ανάκτορα του Οθωνα στο Ναύπλιο, ενώ από τον Β Δ Παγκόσμιο Πόλεμο και έπειτα μπήκε σε όλα τα ελληνικά σπίτια που ως τότε συνήθιζαν να στολίζουν το κλασικό χριστουγεννιάτικο καραβάκι.

Από την άλλη, τα πρώτα τεχνητά χριστουγεννιάτικα δέντρα έκαναν την εμφάνισή τους στη Γερμανία προς τα τέλη του 19ου αιώνα.

Φτιαγμένα από βαμμένα πούπουλα χήνας, τα δέντρα αυτά δημιουργήθηκαν ως αντίδραση προς την ανελέητη αποψίλωση των δασών. Σύντομα έγιναν πολύ δημοφιλή και σιγά σιγά «ταξίδεψαν» στις ΗΠΑ, όπου και απέκτησαν ραγδαία απήχηση στο κοινό και μετατράπηκαν σταδιακά σε μόδα.

Το αποτύπωμα

Σύμφωνα όμως με πρόσφατη αυστραλιανή μελέτη, την περιβαλλοντική μάχη μεταξύ φυσικού και τεχνητού δέντρου φαίνεται ότι κερδίζει το πρώτο. Συγκεκριμένα οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι η αγορά ενός τεχνητού δέντρου μπορεί να κάνει περιβαλλοντική «απόσβεση» μόνο σε περίπτωση που ο ιδιοκτήτης του το κρατήσει για 20 συναπτά έτη. Αυτό, όπως εξηγούν, συμβαίνει γιατί, ενώ η καλλιέργεια, η μεταφορά και η διάθεση των φυσικών ελάτων επιβαρύνει το περιβάλλον με περίπου τρία κιλά διοξειδίου του άνθρακα, η παραγωγή ενός τεχνητού δέντρου μεταφράζεται σε περίπου 48 κιλά διοξειδίου του άνθρακα.

«Ενα ψεύτικο δέντρο θα πρέπει να χρησιμοποιείται για περίπου 20 χρόνια προκειμένου να έχει το ίδιο αποτύπωμα άνθρακα με το αληθινό» υπογραμμίζει ο υπουργός Περιβάλλοντος της Βικτόρια κ.Γκάβιν Τζένινγκς, ο οποίος χρηματοδότησε τη μελέτη.

Το καλύτερο που θα μπορούσαμε να κάνουμε, όπως εξηγεί ο ίδιος, θα ήταν να φυτέψουμε ένα έλατο σε γλάστρα. Αλλά με το κλίμα της χώρας μας κατά πόσο κάτι τέτοιο είναι εφικτό;

Ενοικιαζόμενα και δέντρα φάρμας

Με αφορμή τον συγκεκριμένο προβληματισμό αρκετοί βρετανοί καλλιεργητές δημιούργησαν υπηρεσίες ενοικίασης πραγματικών ελάτων στους πελάτες κατά τη διάρκεια των εορτών. Η «πράσινη» ιδέα αφορά την ενοικίαση δέντρων μέσα σε γλάστρα έτσι ώστε μετά την πάροδο των Χριστουγέννων να μπορούν να επιστραφούν στους καλλιεργητές και να φυτευθούν και πάλι πίσω στο χώμα. Πριν από περίπου έναν χρόνο αμερικανοί ερευνητές του Πανεπιστημίου St. Joseph, στη Φιλαδέλφεια, είχαν επίσης ταχθεί υπέρ της κοπής αληθινών ελάτων από φάρμες, κάτι που χαρακτήρισαν οικολογικότερη κίνηση σε σχέση με την αγορά ενός τεχνητού δέντρου. Οσο τα δένδρα αναπτύσσονται, και μάλιστα υπό ελεγχόμενες συνθήκες, προσφέρουν την ευεργετική τους δράση στο περιβάλλον απορροφώντας ένα σημαντικό μέρος από το διοξείδιο του άνθρακα που βρίσκεται στην ατμόσφαιρα. Οταν βέβαια πετιούνται και αρχίζουν να αποσυντίθενται, απελευθερώνουν σταδιακά διοξείδιο του άνθρακα και πάλι πίσω στην ατμόσφαιρα, γεγονός που, όπως διευκρινίζουν οι επιστήμονες, οδηγεί ουσιαστικά στη μηδενική επιβάρυνση του περιβάλλοντος.

Οπως όμως τονίζουν, η ευεργετική δράση των φυσικών ελάτων για το περιβάλλον δεν τελειώνει με τη λήξη της εορταστικής περιόδου. Αντίθετα, τα υπολείμματά τους μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως λίπασμα.

Από την άλλη, ένα τεχνητό δέντρο δεν εμφανίζει παρόμοια ισορροπία μεταξύ ευεργετικής δράσης και εκπομπής ρύπων. Ισα ίσα που για την παραγωγή του απαιτείται πολυχλωρίδιο του βινυλίου, το γνωστό μας ΡVC. Πρόκειται για ένα μη βιοδιασπώμενο συνθετικό υλικό που αποτελείται από καθαρό ορυκτό πετρέλαιο και οδηγεί σε αυξημένη εκπομπή ρύπων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι η έκθεσή μας στο συγκεκριμένο χημικό μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση αλλεργιών ή καρκίνων, ενώ οι τοξικές αναθυμιάσεις που απελευθερώνονται κατά την καύση του θεωρούνται άκρως επιβαρυντικές για την υγεία.

Πλαστικά αλλά όχι ανακυκλώσιμα

Ο δρΚλιντ Σπρίνγκερ, βοτανολόγος και ειδικός σε θέματα που αφορούν την υπερθέρμανση του πλανήτη, υποστηρίζει ότι τα τεχνητά δέντρα έγιναν ιδιαίτερα δημοφιλή στο καταναλωτικό κοινό γιατί αποτελούν μια «βολική» λύση και όχι γιατί είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον. Ο ειδικός υπογραμμίζει ότι, παρ΄ όλο που κατατάσσουμε τα τεχνητά δέντρα στα «πλαστικά», αυτά δεν ανήκουν στα ανακυκλώσιμα προϊόντα.

«Αλλο ένα τεράστιο μειονέκτημα των τεχνητών χριστουγεννιάτικων δέντρων είναι το γεγονός ότι τελικά καταλήγουν σε κάποιον σκουπιδότοπο όπου θα μολύνουν το περιβάλλον για χρόνια,τη στιγμή που τα φυσικά δέντρα ανακυκλώνονται και μετατρέπονται σε λίπασμα»είχε τονίσει σε συνέντευξή του ο δρ Σπρίνγκερ.

Με αφορμή την οικονομική κρίση, μάλιστα, ο ειδικός επεσήμανε ότι η αγορά πραγματικών ελάτων θα μπορούσε να προσφέρει σημαντικούς πόρους σε εγχώριες φάρμες έχοντας ως αποτέλεσμα την τόνωση της τοπικής οικονομίας.

Η επιβάρυνση του περιβάλλοντος κατά τα τελευταία χρόνια είναι ραγδαία. Οπως βροντοφωνάζουν οι επιστήμονες, υπάρχουν τρόποι προστασίας του, αρκεί, πέρα από την παροδική μας καλοπέραση, να αρχίσουμε να υπολογίζουμε τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που ενδεχομένως να έχουν οι πράξεις μας. Αν έχετε ήδη αγοράσει ένα τεχνητό δέντρο, τότε προσπαθήστε να το συντηρήσετε σε καλή κατάσταση για όσο περισσότερο μπορείτε. Αν πάλι εφέτος αποφασίσετε να γιορτάσετε τα Χριστούγεννα μέσα στη μεθυστική μυρωδιά ενός πραγματικού ελάτου, τότε προτιμήστε ένα «ζωντανό», φυτεμένο σε γλάστρα.

Η ανατομία του στολισμένου δέντρου

ΛΑΛΙΝΑ ΦΑΦΟΥΤΗ | Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2009

Από τα κεριά στα φωτάκια

Τα Χριστούγεννα του 1882 το σπίτι τουΕντουαρντ Τζόνσοναποτέλεσε το πιο θαυμαστό αξιοθέατο που είχε να επιδείξει η Νέα Υόρκη. Οι κάτοικοι της πόλης, αλλά και οι επισκέπτες που είχαν την τύχη να βρεθούν εκεί εκείνες τις ημέρες, συνέρρεαν στην 5η Λεωφόρο για να δουν το φωταγωγημένο με ηλεκτρικά λαμπιόνια περιστρεφόμενο χριστουγεννιάτικο δέντρο το οποίο ο συνέταιρος τουΘωμά Εντισονεπεδείκνυε υπερήφανα από τα παράθυρά του. Ο Τζόνσον έχει περάσει στην Ιστορία ως ο «πατέρας» αυτών που σήμερα ονομάζουμε «χριστουγεννιάτικα φωτάκια». Στην ουσία επρόκειτο για το προϊόν μια υψηλής συνεργασίας: ο Εντισον ήταν αυτός που έφτιαξε πρώτος «γιρλάντες» από ηλεκτρικούς λαμπτήρες, τις οποίες χρησιμοποίησε ως χριστουγεννιάτικη διακόσμηση της πρόσοψης του εργαστηρίου του, το 1880. Ο συνέταιρός του είχε την ιδέα να τις συναρμολογήσει από κόκκινα, γαλάζια και λευκά λαμπάκια και να τις βάλει - στη θέση των παραδοσιακών κεριών- στο χριστουγεννιάτικο δέντρο του. Για να κάνει το εορταστικό ντεκόρ ακόμη πιο πρωτότυπο, τοποθέτησε το έλατο επάνω σε περιστρεφόμενη βάση την οποία κινούσε με ηλεκτρικό ρεύμα: με την ολοκλήρωση κάθε περιστροφής τα φώτα έσβηναν και άναβαν ξανά, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο το εφέ.

Το επίτευγμα ήταν εντυπωσιακό, δεν βρήκε όμως αμέσως μιμητές. Η αιτία ήταν διπλή: Αφενός ο ηλεκτρισμός ήταν ακόμη κάτι πολύ καινούργιο και, όσο θαυμαστός και αν ήταν, αντιμετωπιζόταν με μεγάλη δυσπιστία. Αφετέρου τα χριστουγεννιάτικα φωτάκια της εποχής ήταν, για πρακτικούς και οικονομικούς λόγους, απαγορευτικά για τους πολλούς: η κατασκευή και η εγκατάστασή τους απαιτούσε ειδικευμένο ηλεκτρολόγο ενώ το κόστος τους υπολογίζεται ότι έφθανε, με τα σημερινά δεδομένα, τα 2.000 ευρώ.

Τα πρώτα «καυτά» φωτάκια

Τα πρώτα «έτοιμα» προς χρήση φωτάκια σε γιρλάντες κυκλοφόρησαν το 1903 από την General Εlectric. Παρά τις προσπάθειες της εταιρείας να τα προωθήσει με χρηματικά έπαθλα σε διαγωνισμούς φωταγώγησης καθ΄ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, η καινοτομία άργησε να διαδοθεί. Εφθασε στο μέσο αμερικανικό νοικοκυριό στα μέσα της δεκαετίας του 1950- σχεδόν παράλληλα με την έναρξη της χρήσης των εορταστικών λαμπιονιών σε εξωτερικούς χώρους.

Φυσικά, τα πρώτα δείγματα του είδους ήταν μικρού μεγέθους λαμπτήρες πυρακτώσεως- τεχνολογία που στη βάση της εξακολουθεί να είναι η πιο διαδεδομένη σήμερα. Οι πρώτες λάμπες του Τζόνσον είχαν μέγεθος καρυδιού, οι μεταγενέστερες εκδοχές τους ήταν πιο μικρές, με ισχύ 10 ή 5 Watt. Ηταν συνδεδεμένες παράλληλα στο καλώδιο της «γιρλάντας» και «έκαιγαν», κυριολεκτικά και μεταφορικά. Κατ΄ αρχήν από την άποψη της κατανάλωσης ενέργειας: μια γιρλάντα με 50 λαμπτήρες των 5 Watt κατανάλωνε συνολικά 250 Watt και, για να στολίσει κανείς ένα μεσαίο δέντρο, χρειαζόταν οπωσδήποτε δύο ή και τρεις, φθάνοντας τα 500 ή τα 750 Watt. Επίσης οι λαμπτήρες του είδους παρήγαν πολλή θερμότητα: μπορούσαν εύκολα να λιώσουν αντικείμενα αν έρχονταν σε επαφή μαζί τους ή να προκαλέσουν πυρκαϊά. Είχαν ωστόσο ένα πλεονέκτημα: επειδή ήταν συνδεδεμένα ανεξάρτητα, αν κάποιο από τα λαμπάκια καιγόταν δεν επηρέαζε τα υπόλοιπα και μπορούσε εύκολα να αντικατασταθεί.

Η επανάσταση στον τομέα ήρθε στα μέσα της δεκαετίας του 1970, με τους λαμπτήρες-μινιατούρες, οι οποίοι, σε βελτιωμένες εκδοχές, κυριαρχούν ακόμη στην αγορά. Πρόκειται για μικρούς λαμπτήρες πυρακτώσεως χαμηλής τάσης και χαμηλής ισχύος: μια γιρλάντα των 50 λαμπτήρων φθάνει συνολικά τα 25 Watt. Επειδή είναι χαμηλής τάσης οι μίνι λαμπτήρες συνδέονται σε σειρές. Στις πρώτες εκδοχές τους, οι γιρλάντες του είδους έπαυαν να λειτουργούν αν ένας μόνο λαμπτήρας τους καιγόταν. Σήμερα η τεχνολογία τους έχει βελτιωθεί και η βλάβη ενός λαμπτήρα δεν επηρεάζει τους υπόλοιπους, αρκεί το «καμένο» λαμπάκι να παραμείνει στη θέση του: αν αφαιρεθεί, το κύκλωμα ολόκληρης της γιρλάντας διακόπτεται.

Ανάλογη πρόοδος έχει σημειωθεί και στην τεχνολογία που κάνει τα φωτάκια να αναβοσβήνουν. Αρχικά αυτό γινόταν με την τοποθέτηση ενός λαμπτήρα «blinker» (ή φλας) σε κάθε γιρλάντα, ενώ σήμερα τα φωτάκια συνοδεύονται συνήθως από ένα «κοντρόλ» που εξασφαλίζει ως και 16 διαφορετικές ρυθμίσεις του τρόπου με τον οποίο αναβοσβήνουν, ενεργοποιώντας διαφορετικά κυκλώματα στη γιρλάντα.

Εισβολή φωτοδιόδων

Οι νέες τεχνολογικές και οικολογικές τάσεις επιβάλλουν όλο και περισσότερο τις διόδους εκπομπής φωτός, γνωστές ως LΕD. Τα φωτάκια LΕD παρουσιάζουν μια σειρά από πλεονεκτήματα, με πρώτο αυτό της χαμηλής ενεργειακής τους κατανάλωσης. Μια γιρλάντα με 100 LΕD καταναλώνει, σύμφωνα με τους ειδικούς, περίπου 7 Watt. Κάνοντας, εν όψει των Χριστουγέννων, ένα «crush test» ανάμεσα σε μια γιρλάντα με 100 «παραδοσιακά» φωτάκια και σε μια με 100 LΕD, ένας αμερικανικός τηλεοπτικός σταθμός υπολόγισε ότι αν έμεναν αναμμένα καθημερινά επί 12 ώρες ως το τέλος των εορτών, τα πρώτα θα επιβάρυναν τον λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος με 70 δολάρια, ενώ τα δεύτερα με μόλις λίγο παραπάνω από 1 δολάριο.

Τα φωτάκια LΕD μπορούν να δώσουν λευκό ή χρωματιστό φως, διαρκούν περίπου 25.000 ώρες περισσότερο από τους κοινούς λαμπτήρες και είναι πιο ασφαλή γιατί δεν εκπέμπουν θερμότητα. Η τεχνολογία τους βελτιώνεται διαρκώς οπότε, όσο πιο καινούργιο είναι το σετ που αγοράζει κανείς, τόσο καλύτερες είναι οι επιδόσεις ως προς το χρώμα και την ποιότητα του φωτός του αλλά και ως προς την αντοχή του. Οι παλαιότερες ή φθηνής κατασκευής γιρλάντες LΕD τείνουν να παρουσιάζουν ευκολότερα βλάβες ενώ, επειδή συνδυάζουν φθηνά χάλκινα καλώδια με το αλουμίνιο της βάσης των διόδων, είναι ευαίσθητες στην υγρασία και την οξείδωση.

Η φθηνή κατασκευή βεβαίως δεν είναι προβληματική μόνο στα LΕD. Στις αρχές του μήνα η αρμόδια για θέματα καταναλωτών επίτροπος της Ευρωπαϊκής ΕνωσηςΜεγκλένα Κούνεβα προειδοποίησε ότι τα χριστουγεννιάτικα φωτάκια που κυκλοφορούν στην ευρωπαϊκή αγορά δεν πληρούν τους όρους ασφαλείας και ζήτησε από τα κράτη-μέλη να διενεργούν έκτακτους ελέγχους. Σύμφωνα με έρευνα που διεξήγαγε η Κομισιόν σε Γερμανία, Ολλανδία, Ουγγαρία, Σλοβακία και Σλοβενία, το 30,4% των σετ χριστουγεννιάτικων φώτων δεν τηρούσαν τις απαραίτητες τεχνικές προδιαγραφές. Στις πιο επικίνδυνες περιπτώσεις οι γιρλάντες δεν είχαν σωστή μόνωση και καλωδίωση, παρουσιάζοντας σοβαρό κίνδυνο για πυρκαϊά ή ηλεκτροπληξία.

Λίγες ημέρες πριν, έρευνα του Πανεπιστημίου Κορνέλ της Νέας Υόρκης είχε ανιχνεύσει ανώτερες από τα επιτρεπτά όρια ποσότητες μολύβδου στα πλαστικά που χρησιμοποιούνται στη συναρμολόγηση των χριστουγεννιάτικων φώτων. Οι ερευνητές τόνισαν, ωστόσο, ότι δεν είναι σε θέση να αξιολογήσουν αν η έκθεση σε αυτά τα υλικά οδηγεί σε αύξηση των επιπέδων μολύβδου στο αίμα, εφόσον δεν υπάρχουν αντίστοιχες μελέτες, και απλώς συνέστησαν στους καταναλωτές να αποφεύγουν την παρατεταμένη χρήση τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου